ΣΚΟΠΟΣ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ

Ο σκοπός που δημιουργήθηκε αυτό το ιστολόγιο (istoria-archaiologia.blogspot.com) είναι να ρίξει φως σε άγνωστες πτυχές της Ελληνικής Ιστορίας και προϊστορίας μέσα από τα γραφόμενα των αρχαίων Ελλήνων, Λατίνων αλλά και Βυζαντινών συγγραφέων. Δεν είναι εύκολο διότι απαιτείται υπομονή, διαύγεια και πολλές ώρες έρευνας, ούτως ώστε αυτά που θα γράφονται να είναι απολύτως έγκυρα. Οι πληροφορίες που θα παρατίθενται με νηφαλιότητα και σοβαρότητα, χωρίς διάθεση προγονολατρείας, έχουν καθαρά εκπαιδευτικό και ενημερωτικό χαρακτήρα.Παρ'oλ'αυτά, για τα όποια λάθη υποπέσουν στην αντίληψη του σεβαστού αναγνώστη, οι συγγραφείς εκ τον προτέρων ζητούν συγνώμη.



- ΓΙΑ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΓΝΩΜΕΣ ΚΑΙ ΣΧΟΛΙΑ: erevna@freemail.gr



ΤΟ ΟΜΗΡΙΚΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΧΘΕΣ ΚΑΙ ΣΗΜΕΡΑ

ΤΟ ΟΜΗΡΙΚΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΣΗΜΕΡΑ (μέρος 2ο)
”Τα έπη παρέχουν ημίν, ως είπον ανωτέρω, εν πλήρει αληθεία την ιστορίαν και γεωγραφίαν της προδωρικής εποχής, ως και τον πραγματικόν πολιτισμόν των Αχαιών Ελλήνων του δωδεκάτου αιώνος. Επί του πεδίου της ιστορίας αφηγούνται τα γεγονότα του τελευταίου αυτών μεγάλου πολέμου, της κοινής εκστρατείας των Αχαιών ηγεμόνων κατά της Τροίας. Ψάλλουν όμως χωριστά μόνον συμβάντα του πολέμου τούτου, δηλαδή πρώτον το επεισόδιον της “μήνιος” (οργής) του Αχιλλέως και δεύτερον τον νόστον του Οδυσσέως μετά μακράς περιπλανήσεις. Τα αλλά συμβάντα της εκστρατείας κατά της Τροίας εψάλησαν δια πολυαρίθμων άλλων ασμάτων. Περί πάντων των μεταγενεστέρων γεγονότων της ελληνικής ιστορίας, περί της καθόδου των Δωριέων, περί της καταστροφής πάντων σχεδόν των Αχαϊκών μεγάρων και πύργων των βασιλέων ή ηγεμόνων, περί της εκδιώξεως των Αχαιών εκ της Ελλάδος, των μαχών αυτών και της εγκαταστάσεως των εν Μικρά Ασία ουδέν γνωρίζει ο ποιητής. Ουδέ υπό μορφήν χρησμών ή προφητειών ή προρρήσεων υποδεικνύονται τα σημαντικά ταύτα γεγονότα, καίτοι τούτο θα ήτο ευκολώτατον εάν ο ποιητής έζη εκατονταετίας ύστερον. Τουναντίον δίδει προφητείαν αναφερομένην εις την βασιλείαν του γένους του Οδυσσέως εν Ιθάκη (Οδ. 15, 534). Προς τούτοις τους Έλληνας ονομάζει εισέτι με το παλαιόν κοινόν όνομα Αχαιούς, το οποίον αποδεικνύεται τώρα δια των ανακαλυφθεισών αιγυπτιακών και χετταιϊκών επιγραφών ως ακριβέστατον, ενώ άλλοτε, πρό της ανακαλύψεως δηλαδή ταύτης, εθεωρείτο ποιητική εφεύρεσις. Περί των διχονοιών μεταξύ Ιώνων και Αιολέων εν Μικρά Ασία ο ποιητής δεν γνωρίζει ακόμη τίποτε. Άγνωστοι παντελώς είναι εις αυτόν ακόμη οι Δωριείς, διότι ο μόνος στίχος (Οδ. 19,177) ο αναφερών αυτούς εν Κρήτη μαζί με άλλους λαούς είναι αναμφιβόλως μεταγενέστερον παρεμβεβλημένος. Αι δύο πλουσιώτεραι πόλεις του κόσμου είναι κατά τον ποιητήν αι αιγυπτιακαί Θήβαι και ο Βοιωτικός Ορχομενός, τούθ' όπερ είναι ακριβές δια τον δωδέκατον αιώνα αλλ' ουχί δια τον όγδοον ή έβδομον π. Χ. Τούτο μας οδηγεί εις το πεδίον της γεωγραφίας, ένθα αι ειδήσεις του ποιητού είναι κατ' εξοχήν αποδεικτικαί, καθ' όσον δια της περί το 1150 π. Χ. επισυμβάσης καθόδου των Δωριέων επήλθαν εν Ελλάδι σημαντικαί μετακινήσεις λαών και μεταβολαί ονομάτων. Τα δύο έπη γνωρίζουν αποκλειστικώς μόνον προδωρικήν γεωγραφίαν. Μεταγενέστεραι προσθήκαι, ως π. χ. ο νεών κατάλογος (Ιλ. Β) παρέχουν ήδη την κατάστασιν της κλασσικής εποχής. Παρ' Ομήρω η Πελοπόννησος λέγεται ακόμη “Άργος” και οι ηγεμόνες της Πελοποννήσου, ως ο Αγαμέμνων, ο Μενέλαος και ο Νέστωρ, καλούνται Αργείοι, ενώ η μεταγενέστερα πόλις του Άργούς δεν υπάρχει ακόμη. Αι Μυκήναι είναι η πρωτεύουσα πόλις της ανατολικής Πελοποννήσου. Πύλος, η πόλις του Νέστορος κείται εν Τριφυλία ουχί δε ακόμη εν Ήλιδι, όπου μετέβησαν οι Πύλιοι μετά την υπό των Δωριέων καταστροφήν της πόλεως Οι Κεφαλλήνες, ο λαός δηλαδή του Οδυσσέως, κατώκουν εν Ακαρνανία, χώρα κειμένη επί της Στερεάς, έναντι της νήσου Ιθάκης, η δε Ιθάκη η πατρίς του Οδυσσέως δεν είναι ακόμη η σημερινή Ιθάκη, η οποία καλείται παρ' Ομήρω εισέτι Σάμη, αλλά η ύστερον Λευκάς καλουμένη νήσος, εν τη οποία εγώ ανέσκαψα και απέδειξα την ομηρικήν Ιθάκην. Εν αντιθέσει προς τα δύο έπη ο “νεών κατάλογος” γνωρίζει τα δωρικά ονόματα των νήσων περί ών εν Οδυσσεία γίνεται λόγος και εκλαμβάνει ως την πατρίδα του Οδυσσέως την σήμερον ούτω καλουμένην μικράν Ιθάκην (Θιάκι). Και η όλη εικών του κόσμου, οίον τον βλέπει ο ποιητής, δεν είναι η του ογδόου ή εβδόμου αιώνος, καθ' ην εποχήν είχαν ήδη επεκτείνει τας αποικίας αυτών προς τα βορειοανατολικά μέρη, αλλά η της προδωρικής εποχής, καθ' ην ο ορίζων των Ελλήνων περιελάμβανε μόνον την ανατολικήν λεκάνην της Μεσογείου Θαλάσσης, από της Φοινίκης προς Ανατολάς μέχρι της Σικελίας και προς Δυσμάς μέχρι του περιβάλλοντος τον κό σμον Ωκεανού.
”Πλην της ιστορίας και γεωγραφίας αναφέρω ενταύθα εκ της πληθώρας της ύλης ολίγα μόνον ακόμη στοιχεία αποδεικνύοντα την μεγάλην αρχαιότητα των ομηρικών επών
”Οι Θεοί του Ομήρου δεν είναι εισέτι οι Θεοί της κλασικής Ελλάδος, οι οποίοι ανακαλύπτονται ολονέν περισσότερον ως αποτελούντες σύνδεσμον των ομηρικών Θεών μετά των προελληνικών τοπικών θεοτήτων της Ελλάδος και Μικράς Ασίας, αλλ' είναι τουναντίον οι των παναρχαίων ευγενών αχαιϊκών οικογενειών που εκ του Βορρά μετηνάστευσαν εις την Ελλάδα.
”Οι οίκοι των Αχαιών δεν περιγράφονται υπό του Ομήρου όμοιοι προς τους οίκους των Ιώνων ή των Αιολέων της Μικράς Ασίας. Ο ποιητής ούτος γνωρίζει ακόμη τα δύο είδη των βασιλείων μελάθρων, τα όποια, ως δεικνύουν τα αποτελέσματα των ανασκαφών, πράγματι υπήρξαν αμφότερα παράλληλα κατά τα τέλη της Β' χιλιετηρίδος π. Χ. εν Ελλάδι, δηλαδή τα απλά, αλλ' υψηλά βασίλεια μέλαθρα της Ιθάκης και Πύλου, τα οποία ουσιωδώς διεκρίνοντο από τα πλούσια και μετ' ανατολικής λαμπρότητας διακεκοσμημένα βασίλεια πού περιγράφονται υπό του Ομήρου εις Σπάρτην και Σχερίαν και τα οποία πρόκεινται ημίν νυν ανακαλυφθέντα εις Μυκήνας, Τίρυνθα και Κρήτην. Τινές των Αχαιών ηγεμόνων είχον διατηρήσει επί του πεδίου της οικοδομής ως και της κατασκευής των τάφων τον απλούν πολιτισμόν της μέσης Ευρώπης, ενώ άλλοι είχον δεχθή τα πολυτελή υλικά και τας λαμπράς μορφάς της εκ της Ανατολής καταγόμενης μυκηναϊκής τέχνης διά τα βασίλεια αυτών και τους θολωτούς των τάφους. ”Όμοιόν τι προς εκείνο εμφανίζεται κατά χαρακτηριστικόν τρόπον και εις τα όπλα. Ενώ Αχαιοί τινες διετήρουν ακόμη τα αρχαία όπλα αυτών και ιδία την μεγάλην και βαρείαν πυργωτήν ασπίδα, άλλοι έχουσιν ήδη την μικράν πέλτην, ήτις, ως διδάσκουν τα μνημεία, υπήρξεν εν χρήσει εν χώραις περί την ανατολικήν λεκάνην της Μεσογείου Θαλάσσης πολύ προ της καθόδου των Δωριέων, συγχρόνως προς την πυργωτήν ασπίδα. Εκ τούτου συμπεραίνομεν ότι ο Όμηρος δεν έψαλεν ούτε κατά το ήμισυ της Β' χιλιετηρίδος π. Χ., ότε η πυργωτή ασπίς ήτο ίσως ακόμη εν γενική χρήσει ούτε κατά τον Η' ή Ζ' αιώνα, ότε οι Ίωνες και Δωριείς Έλληνες δεν είχον πλέον ή την πέλτην, αλλ' έζησε μεταξύ των δύο εποχών, κατά τον 12ον περίπου αιώνα, ότε δηλαδή και τα δύο είδη ασπίδων ήσαν εν παραλλήλω χρήσει”.