ΤΟ ΟΜΗΡΙΚΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΧΘΕΣ (μέρος 3ο)
Oι Xωρίζοντες.
Ερχόμαστε τώρα σ' άλλο ζήτημα. Η φιλολογική κριτική του ομηρικού κειμένου πού έγινε από τους γραμματικούς (=φιλολόγους) της Αλεξανδρείας, μαζί με άλλα ζητήματα έφερε στη μέση και τούτο: Η Ιλιάδα και η Οδύσσεια είναι έργα του ίδιου ποιητή; Υπήρχαν πολλοί πού απαντούσαν αρνητικά στο ερώτημα αυτό. Αυτοί ήταν οι Χωρίζοντες, δηλαδή εκείνοι από τους φιλολόγους που υποστήριζαν “μη ενός του αυτού Ιλιάδα και Οδύσσειαν”. Δυστυχώς δεν γνωρίζομε όλα τα ονόματα των αρχηγών και οπαδών της σχολής αυτής, γιατί σώθηκαν μόνο τα ονόματα δυό τέτοιων φιλολόγων, του Ξένωνος και του Ελλάνικου . Ποια επιχειρήματα έφερναν οι Χωρίζοντες, για να υποστηρίζουν τη γνώμη τους, κι' αυτά δεν τα ξέρουμε καλά. Φαίνεται πώς από τη συγκριτική έρευνα των δύο κειμένων έβγαλαν το συμπέρασμα πώς το ύφος δεν είναι το ίδιο και στην Ιλιάδα και στην Οδύσσεια. Βέβαια το επιχείρημα αυτό και μόνο δεν έχει αποφασιστική σημασία. Θα είχε αξία, αν ήταν αποδειγμένο πώς τα κείμενα της Ιλιάδας και της Οδύσσειας, όπως τα είχαν οι Αλεξανδρινοί φιλόλογοι, ήταν πιστά αντίγραφα από τα πρωτόγραφά τους. Μια και έγιναν στο αναμεταξύ πολλές, όπως θα ιδούμε παρακάτω, αλλαγές, προσθήκες και διορθώσεις, είναι επόμενο τα δύο κείμενα να μη έχουν το ίδιο ύφος. Δίχως άλλο οι Χωρίζοντες θα είχαν αντιτάξει και άλλα επιχειρήματα, πού δυστυχώς δεν τα ξέρομε, γιατί όλη η βιβλιογραφία της σχολής τους χάθηκε. Αν κρίνουμε όμως από τα λεγόμενα του Πρόκλου και του Ευσταθίου φαίνεται πως οι μελέτες και οι κριτικές των Χωριζόντων είχαν μεγάλη επίδραση στους φιλολόγους της κατοπινής εποχής και ως ένα σημείο οι απόψεις τους είχαν επικρατήσει. Από τα λεγόμενα του Πρόκλου και του Ευσταθίου αυτό βγαίνει, αφού λένε πώς μέσα στα ομηρικά κείμενα ανευρίσκονται “πολλοί Όμηροι”. Και ναι μεν ο Πρόκλος τόνιζε πως “Όμηροι πολλοί γεγόνασι, ζήλώ του πάλαι την κλήσιν λαβόντες”, δηλαδή πως υπήρχαν από τον παλιό καιρό ποιητές πού ήθελαν τα τραγούδια τους να φέρουν το μεγάλο όνομα του Ομήρου, μα μ' αυτό δεν αναιρεί το βασικό ζήτημα, Ίσα ίσα πού ενισχύει τη γνώμη των Χωριζόντων και των άλλων φιλολόγων, που έβλεπαν προσθήκες και αλλαγές στα ομηρικά κείμενα.
φιλολογία, η γλωσσολογία, η εθνογραφία και η εθνολογία ήταν ακόμα άγνωστες εκείνα τα χρόνια. Έπρεπε να συγκεντρωθή το απαραίτητο ιστορικοφιλολογικό υλικό, για να δοθή η αφορμή να γεννηθή το ομηρικό ζήτημα. Κι' αυτό έγινεν όπως είπαμε στους Αλεξανδρινούς χρόνους. Μα και τότε δεν ήταν ακόμα καλά παρασκευασμένο τα έδαφος. Έγιναν μόνο οι πρώτες απόπειρες και οι πρώτες κριτικές έρευνες. Με την πτώση όμως του αρχαίου ελληνικού κόσμου οι έρευνες και οι μελέτες αυτές πέρασαν στο μουσείο της ιστορίας. Ύστερα από το θάνατο του Ιουλιανού τα ελληνικά γράμματα δεν έχουν πια ενδιαφέρον, ούτε στην Ανατολή ούτε στη Δύση. Η ιστορία γυρίζει προς τα πίσω. Κι' όταν μάλιστα οι βάρβαροι κατέκλυσαν την Ευρώπη η ιστορία έκανε ακόμα πιο μεγάλα βήματα προς τα πίσω. Ο Μεσαίωνας άρχισε. Είν' αλήθεια πως έμειναν μερικές εστίες όπου δεν έσβησε ολότελα η φλόγα των ελληνικών σπουδών. Και στην Ιταλία και στο Βυζάντιο υπήρξαν διανοούμενοι πού κρατούσαν άσβηστη την παλιά παράδοση. Στο Βυζάντιο μάλιστα, όταν στη Θεσσαλονίκη και στην Πόλη οι οικονομικές συνθήκες σε ωρισμένες εποχές έδωκαν το λίπασμα για να αναπτυχθή κάποια πνευματική κίνηση, ανεφάνησαν μεγάλοι ελληνομαθείς στοχαστές όπως ο Φώτιος, ο Ευστάθιος, ο Βησσαρίων, ο Γεμιστός κ.α. Μα οι ιστορικές περιστάσεις δεν ευνόησαν την άνοδο του Βυζαντίου. Ήρθαν χρόνοι και καιροί που το έρριξαν πάλι στην παρακμή και στη διάλυσηΈπρεπε να ξυπνήση όλη η Ευρώπη από τη χειμερία νάρκη της—το Μεσαίωνα—για να ξαναρχίσουν οι φιλολογικές μελέτες και να καλλιεργηθή και πάλιν η σπουδή των αρχαίων ελληνικών γραμμάτων.